Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2016

ΠΕΙΡΑΤΕΣ ΣΤΗΝ ΜΕΣΟΓΕΙΟ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ του 16 και 17 ΑΙΩΝΑ





ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΜΑ ΚΑΙ ΠΡΙΝ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΡΗΤΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΒΕΝΕΤΙΚΟΙ ΣΤΡΑΤΟΙ ΚΑΙ ΠΛΟΙΑ, (ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ ΒΕΒΑΙΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ)
ΣΥΓΚΡΟΥΣΤΗΚΑΝ ΜΕ ΤΟΥς ΟΘΩΜΑΝΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΥΣ

(απο Πειρατικές ιστορίες στη Μεσόγειο.εφημΠοντικ ι..εικόνες Μπελέζος ,Στρατιωτική ιστορία)


Στα τέλη του 16ου αιώνα χρι­στιανοί πειρατές έκαναν την εμφάνισή τους στην ανατολική Μεσόγειο, ασκώντας πειρατεία παράλληλα με μουσουλμάνους, Βέρβερους και Οθωμανούς. Οι χριστιανοί κουρσάροι βρίσκο­νταν συνήθως στην υπηρεσία του πάπα, των Ισπανών αντιβασιλέων της Νάπολης και της Σικελίας, καθώς και των Μεδίκων της Φλω­ρεντίας. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι Μέδικοι της Φλωρεντίας χρηματοδότησαν πάρα πολλές κουρσάρικες επιδρομές ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. 

Κινητήρια δύναμη σε αυτές τις επιδρομές υπήρξε το Τάγμα του Αγίου Στεφάνου, που ιδρύθηκε το 1561 στην Πίζα και το χρημα­τοδοτούσε με προσωπικά του κεφάλαια ο εκάστοτε Δούκας της Φλωρεντίας. Το 1608 τα λάφυρα μόνο των οκτώ ιστιοφόρων της Φλωρεντίας ανέρχονταν στο α­στρονομικό ποσό του ενός εκα­τομμυρίου δουκάτων. Αξιοσημεί­ωτο είναι το γεγονός ότι η Μεγάλη Δούκισσα Χριστίνα, πριγκίπισσα της Λορένης, χρησιμοποίησε όλα τα χρήματα της προίκας της για την κατασκευή ιστιοφόρων, που θα ταξίδευαν και θα κούρσευαν με τα προσωπικά της εμβλήματα. Η πειρατεία αποτελούσε εκείνη την εποχή εξαιρετικά κερδοφόρα επένδυση.
Την ίδια τακτική ακολούθησαν και οι Ισπανοί αντιβασιλείς της Νάπολης και της Σικελίας. Κύριος εκφραστής αυτής της πολιτικής υπήρξε ο Δον Πέδρο Τελέζ Γκιρόν, ο Δούκας της Οσούνας. Κατά τη δεκαετή θητεία του ως αντιβασι-λέας της Νάπολης δημιούργησε ίσως τον μεγαλύτερο χριστιανικό κουρσάρικο στόλο της εποχής και τον χρηματοδοτούσε ο ίδιος. Στη Νάπολη είχε συγκεντρωθεί η αφρόκρεμα των χριστιανών κουρ­σάρων. Οι επιδρομές του στο αρ­χιπέλαγος δεν είχαν στόχο μόνο το κέρδος, αλλά και την πρόκλη­ση όσο το δυνατόν περισσότερων ζημιών στην Οθωμανική Αυτο­κρατορία, με την παράλυση του εμπορίου της και την αύξηση του κύρους της Ισπανίας σε ολόκληρη τη Μεσόγειο. Ο Δον Πέδρο Τελέζ Γκιρόν είχε αποκτήσει τόσο με­γάλη δύναμη, που προσπάθησε ακόμα και να καταλάβει την ίδια τη Βενετία· την τελευταία στιγμή όμως τα σχέδιά του αποκαλύφθη­καν. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε και την αιτία της πτώσης του.




Αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο ο Δούκας της Τοσκάνης όσο και ο αντιβασιλέας της Νάπολης είχαν στενές σχέσεις με το ελληνικό στοιχείο. Οι εντολές που έδιναν στους καπετάνιους των πλοίων τους ήταν σαφείς: να μην επιτί­θενται σε ελληνικά πλοία ούτε να πλήττουν τα χωριά και τις περιου­σίες των Ελλήνων. Αντίθετα μάλι­στα, τους παρότρυναν να παρέ­χουν στους Έλληνες κάθε δυνατή βοήθεια και να καλλιεργούν το ε παναστατικό πνεύμα τους ενάντια στους Τούρκους. Δεν είναι λίγες οι καταγραφές που αναφέρουν ότι ισπανικές γαλέρες αλλά και γαλιόνια της Φλωρεντίας εφοδία­σαν τους κατοίκους της Μάνης με μπαρούτι, αρκεβούζια και άλλα πο­λεμοφόδια. Η πολεμική ενίσχυση που πρόσφεραν όμως στη Μάνη έ­κρυβε ένα κρυφό σχέδιο: είχαν την ελπίδα ότι οι Μανιάτες τελικά θα απογοητεύονταν από τις συνεχείς συγκρούσεις και θα μετανάστευαν στην Τοσκάνη και στη Νάπολη. Στις εν λόγω περιοχές υπήρχε μεγάλη ανάγκη για εργατικά χέρια, προκει­μένου να καλλιεργηθούν τα χωρά­φια και να αρχίσουν να αποδίδουν. Το σχέδιό τους όμως δεν πραγμα­τοποιήθηκε. Εξάλλου, η πολιτική της Βενετίας ήταν αντίθετη, καθώς επιδίωκε την παραμονή των Μα­νιατών στην πατρίδα τους, επειδή οι Βενετοί χρησιμοποιούσαν τα λι­μάνια τους για ανεφοδιασμό και ως καταφύγιο. Επίσης, συχνά πυκνά κατέφευγαν στη Μάνη για να επαν­δρώσουν τις γαλέρες τους.
Παρά την έντονη πειρατική δρά­ση στα επόμενα τριάντα χρόνια μέ­χρι τις αρχές του 17ου αιώνα, ξεκί­νησε πιο συστηματικά ο επανεποι-κισμός των νησιών από χριστιανι­κούς, ελληνικούς και αλβανικούς πληθυσμούς, με πρωτοβουλία κατά κύριο λόγο της Πύλης, κα­θώς και η οικιστική ανοικοδόμη­ση στο Αιγαίο. Εκείνη την περίοδο οι κάτοικοι των νησιών άρχισαν να παίρνουν κάποια μέτρα προστασί­ας για να μπορούν να προφυλάσ­σονται από τις πειρατικές επιδρο­μές. Απομακρύνθηκαν από τα πα­ράλια και μετοίκησαν στα βουνά, ώστε να έχουν τη δυνατότητα να διακρίνουν καλύτερα την έλευση πειρατικών πλοίων. Επίσης, για την καλύτερη προστασία τους άρχισαν να χτίζουν κάστρα. Συνή­θως ήταν μικρά και μπορούσαν να φιλοξενήσουν περιορισμένο αριθ­μό κατοίκων. Με την πάροδο του χρόνου όμως έγιναν μεγαλύτερα και μπορούσαν να συντηρήσουν σχεδόν όλους τους κατοίκους του εκάστοτε νησιού για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Λόγω του περιορισμένου χώρου των κά­στρων, οι κάτοικοι έχτιζαν ψηλές κατοικίες και οι δρόμοι ήταν στε­νοί για οικονομία χώρου. Ένα άλλο μέτρο που λάμβαναν οι νησιώτες ήταν ότι έχτιζαν τα χωριά τους με μια ιδιαίτερη αρχιτεκτονική, ώστε οι εξωτερικοί τοίχοι των σπιτιών να σχηματίζουν οχυρωμένα τείχη. Μέσα στον οικισμό υπήρχαν πολ­λά στενά και δαιδαλώδη δρομά­κια, τα οποία οι κάτοικοι γνώριζαν καλά, όχι όμως και οι επιδρομείς. Επίσης, οι κάτοικοι έσκαβαν κρύ­πτες στα σπίτια τους και έκρυβαν εκεί τα πολύτιμα αγαθά τους ή κρύβονταν και οι ίδιοι για να μη συλληφθούν από τους πειρατές.
Πολλά νησιά του Αιγαίου γνώ­ρισαν πρωτοφανή άνθηση, διότι αναδείχθηκαν ως σταθμοί μετα­πρατικού εμπορίου, καθώς και ορμητήρια για τους πειρατές και τους κουρσάρους που δρούσαν στο αρχιπέλαγος. Οι κοινότητες των νησιών και των παραθαλάσ­σιων περιοχών, αν δεν ασκούσαν οι ίδιες πειρατεία, συνεργάζονταν με τους πειρατές προσφέροντας ασφαλές καταφύγιο, φτηνή δια­σκέδαση και αγορά για τα προϊό­ντα της πειρατείας. Η Μήλος απο­τελεί χαρακτηριστικό παράδειγ­μα. Ήταν το σημαντικότερο λιμάνι στο Αιγαίο, ένα από τα κυριότερα κέντρα πειρατικού εμπορίου, και χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά από χριστιανούς κουρσάρους και πειρατές. Η Μήλος αποτελούσε ταυτόχρονα και ένα από τα βασι­κότερα πειρατικά ορμητήρια των Κυκλάδων. Η δύναμη που απέκτη­σε ήταν τέτοια, ώστε όταν το 1670 ο οθωμανικός στόλος προσπάθη­σε να αποκαταστήσει την τάξη στο νησί, εκδιώχθηκε από τους ίδιους τους πειρατές. Δεν είναι τυχαίο ότι η Μήλος κατάφερε να ανακηρυ­χθεί το μοναδικό πειρατικό κρά­τος στον κόσμο, υπό την εξουσία του διαβόητου Ιωάννη Καψή. Στις αρχές του 17ου αιώνα έμποροι, μι-κροτραπεζίτες αλλά και μεγάλες εμπορικές επιχειρήσεις της Ευρώ­πης έστελναν εκεί αντιπροσώπους για να διαπραγματευτούν την αγο­ρά των προϊόντων της πειρατείας σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές.
Τα κυριότερα λάφυρα της πει­ρατείας ήταν οι άνθρωποι γιατί μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως κωπηλάτες στις γαλέρες, να πουληθούν ως σκλάβοι ή να εξαγο­ραστούν από τους συγγενείς τους, ειδικά εάν ήταν εύπορα πρόσωπα. Πρέπει να τονιστεί ότι η εξαγορά των αιχμαλώτων ήταν μία από τις πιο επικερδείς επιχειρήσεις εκείνη την εποχή. Αυτή ήταν και η αιτία που συγκροτήθηκαν ειδικά ταμεία από τους Έλληνες, για να μπορούν να προσφέρουν το αντίστοιχο χρη­ματικό ποσό («σκλαβιάτικα») για την εξαγορά των αιχμαλώτων. Στη δυτική Ευρώπη είχαν δημιουργη­θεί εταιρείες για την εξαγορά αιχ­μαλώτων από τους πειρατές. Όταν ένας σκλάβος κατάφερνε να πλη­ρώσει τα λύτρα που του ζητούσαν, τότε απελευθερωνόταν και του χο­ρηγούσαν ένα πιστοποιητικό («τε-σκερές»), με το οποίο ο ιδιοκτήτης του σκλάβου βεβαίωνε ότι είχε λά­βει τα λύτρα.

ΣΤΟΛΕΣ ΤΩΝ ΑΝΤΙΠΑΛΩΝ